Σ΄ευχαριστώ , Χριστέ , πολύ που βάζεις μιαν ανατολή μετά από κάθε δύση...Bερίτης.

5/22/2009

ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ (ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ-ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΟΛΟΓΙΑ) 1





ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Θεέ μου, πάλι ζήτησα μαζί σου να μιλήσω,
να σου εκθέσω την καρδιά και θέλω να ελπίσω,
ότι Συ θα ακροαστείς την ασθενή φωνή μου
και δε θα κλείσεις τα αυτιά σ'αυτήν την αίτηση μου.
Πολλές φορές προσπάθησα επίμονα να σε ' βρω,
ν'ακροαστείς τους λόγους μου, τον πόνο μου να φέρω,
μ'απόκριση δε μου ΄'στειλες και νεύμα Σου δεν είδα,
αμαρτωλό με θεωρείς και μου'κλεισες τη θύρα.
Και τώρα έρχομαι ξανά και έλαβα το θάρρος
στην πόρτα Σου να βρίσκομαι,κι ας είμαι πάλι βάρος,
γιατί για ύστατη φορά θέλω να σου μιλήσω
και για πολλά ζητήματα θέλω να σε ρωτήσω.
Κι αν είναι θείο θέλημα, οι λόγοι μου να φθάσουν
στα θεία ώτα ν'ακουστούν κι απόκριση να λάβουν,
να αναπαυτεί το πνεύμα μου, ειρήνη να μ'αγγίξει,
θεία σκιά να απλωθεί, τη γύμνια μου να κρύψει.

ΘΕΟΣ
Άνθρωπε ,τι σ'απασχολεί και τι ζητείς με πόνο
γιατί επίμονα ρωτάς και μου ζητάς το λόγο;
Γιατί παράτολμα λαλείς και λες πως δε σε θέλω,
γιατί ευθύνες μου ζητείς και πως εγώ σου φταίω;
Εγώ φωνή δεν άκουσα και αίτηση δεν πήρα,
ούτε κανείς μου έχει πει πως στέκεσαι στη θύρα.
Μπορείς αμέσως να μου πεις , τι έχεις και στενάζεις,
ποιος δύστυχε , σε τυραννά και δυνατά φωνάζεις;

ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Συγχώρα με το δύστυχο, που τόλμησα να φθάσω
στη θεία κατοικία Σου, τα κράσπεδα να πιάσω,
μα η καρδιά μου αγωνιά, το πνευμα μου σπαράσσει,
γιατί ο κόσμος χάνεται, κι η πλάση έχει φτάσει
στα όρια τα έσχατα, και γρήγορα θα χάσει κάθε της ικμάδα ,
σαν έρημος θα μείνει πια, σαν να 'τανε κατάρα,
κι ο άνθρωπος , ο δύστυχος, θα σβήσει σαν τη δάδα.

Θεέ μου , λίγο να σκεφθείς την όμορφη την πλάση,
τις θάλασσες και τα βουνά, τα ζώα και τα δάση,
και σαν εικόνα χτυπητή της άγιας μορφής Σου.
Αμέτρητες οι ομορφιές, η γη μας στολισμένη
σαν ένα ένδυμα λαμπρό, διαμάντια φορτωμένη,
αιώνες αμετάθετη στο δρόμο της διαβαίνει,
συντρόφισσα του ήλιου μας , σ'αυτόν προσηλωμένη.
Και τώρα όλα χάνονται , κι ο όλεθρος μεγάλος,
και Συ δε σπεύδεις να μας δεις, ούτε να ακούσεις μάλλον,
και ενώ εμείς τρωγόμαστε σαν άσπονδοι εχθροί,
Εσύ μας βλέπεις φανερά με απάθεια πολλή.
Κι η γη που έκανες Εσύ σαν το στιλπνό σμαράγδι,
που ομορφαίνε κάθε τι σ'του ουρανού τα βάθη,
κι ότι καλό εποίησες στολίδι στην ποδιά της,
χάνεται, καταστρέφεται ,μαχαίρι στην καρδιά της.
Τα σύννεφα, οι ποταμοι, οι θάλασσες, τα όρη,
και ότι άλλα αφθονουν, τα δέντρα και η χλόη.
Και τι να θυμηθεί κανείς , τα ζώα ή τα πουλιά,
τα έντομα, τα ερπετά, τα ψάρια ή τα θεριά.
Όλα τα θεία έργα Σου, που έκτισες με αγάπη
στάκτη και χώμα γίνονται απ'των θνητών τα λάθη.
Έσμιξε η άγνοια κι η ανθρώπινη κακία
και ήλθε η καταστροφή σαν θεία τιμωρία.
Και , Συ Θεέ, τι σκέφτεσαι, ο δυνατός προστάτης,
αιώνες μένεις αδρανής και θεατής μπροστά της.
Αν αδρανήσεις λίγο πια ακόμα και πιο πέρα,
τα έργα Σου τα θαυμαστά θα λείψουν κάποια μέρα.


ΘΕΟΣ
Σε άκουσα το δύστυχο, μα προφανώς πλανάσαι,
κι ο φόβος είναι πολύς και δίκαια λυπάσαι.
Αλλά η κρίση σου φτωχή και οι γνώσεις σου μικρές
και την αλήθεια αγνοείς και λέξεις λες πικρές.
Είναι αλήθεια , πως η γη και τα συστήματα της,
τα άσοφα και τα απλά και τα νοήμονα της,
και κάθε πράγμα που κοσμεί τη σπάνια ομορφιά της,
φεύγουν , σπανίζουν, χάνονται, πάντα από κοντά της.
Αλλά , που είναι οι σοφοί, και ένας μόνο κράζει,
αυτοί, που ο κόσμος τώρα , θεούς τους ονομάζει;
Δε νοιάζονται αυτοί ποσώς, δε θλίβονται καθόλου,
για την κατάντια που 'φεραν στη γη μου χωρίς λογο;

Στο άπειρο του σύμπαντος, στα έργα μου τα θεία,
στου ήλιου ήλιου το πλανητικό σύστημα,στ'αλήθεια,
όπου κοιτάξεις τ'ουρανού τα βάθη και τα ύψη,
είναι η γη η πιο μικρή, η πιο ομορφη στην κτήση.
Και έκανα πάνω σ'αυτή, τα όρη και τους κάμπους,
τις λίμνες και τους ποταμούς , τις θάλασσες τους βάλτους,
τα ζώα και τα φτερωτά και των ψαριών τα είδη
κι ό,τι υπάρχει ζωντανό που ομορφιά προσδίδει.
Και έθεσα τον άνθρωπο στη γη ως νοικοκύρη.
να μεριμνά με προσοχή κι αγάπη για την κτήση,
θεό αυτόν κατέστησα, φύλακα κι επιστάτη
για τις κατώτερες ψυχές , αληθινό προστάτη.
Και έκτισα στην ανατολή παράδεισο τερπνό
να τρέφει και να ευχαριστεί τον άνθρωπο, γι'αυτό,
και νόμους έθεσα στη γη για πάντα να ισχύουν,
ασφάλεια για τη ζωή παντοτινά να δίνουν.
Άνθρωπε, θνητέ κι ανήσυχε, και συ σωστά μιλάς
και κρούεις βαριά τον κώδωνα και γύρω σου κοιτάς
τα μαυρα νέφη που'ρχονται και συνεχώς πυκνώνουν,
αλλά κανείς δε νοιάζεται και κίνδυνο δεν νιώθουν

ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Είναι αλήθεια , Κύριε, πως είσαι αγαθός,
αλλά και δίκαιος Κριτής, και ο νόμος Σου σοφός.
Μα πως Εσύ ανέχεσαι την τόση αδικία
τη βία που μας τυραννεί και την πολλή κακία;
Νομίζω πως σ'ευχαριστεί να βλέπεις τους ανθρώπους
να αδικούνε τους καλούς,σ'όλης της γης τους τόπους.
Να παίρνουν και από του φτωχού το στόμα τη μπουκιά
και να σωρεύουν θησαυρούς και αμύθητα ποσά.
Μήπως δε βλέπεις τους σφαγείς που μάχαιρα κρατούνε
και σφάζουνε ανελέητα αθώους όπου βρούνε;
Κακούργοι δούλοι του κακού με ένστικτα αγρίων,
που έχουν μεν μορφή θνητών, μα φέρσιμο θηρίων.
Γιατί οι άνθρωποι, Θεέ, τον πόλεμο διαλέγουν
και την ειρήνη μάχονται κι εκδίκηση γυρεύουν;
Γιατί το πνεύμα του κακού παντού εξουσιάζει,
γιατί ο φίλος να κτυπά, τον φίλο του να σφάζει;
Και Συ , Θεέ, απο ψηλά δε θλίβεσαι, δε βλέπεις
δύναμη να σηκωθείς , με θέληση να τρέξεις;
Τους άδικους και τους κακούς να βγάλεις απ' τη μέση
για τους καλούς που βρίσκονται στη δύσκολη τη θέση.

ΘΕΟΣ
Ανθρωπε, πάλι μου ζητάς ευθυνες δίχως άλλο,
και των ανθρώπων που πονούν, το βάρος ν'αναλάβω,
και εκδίκηση εις τους κακούς σφαγείς και πονηρούς,
να πάρω για τους ολιγοστούς και ευσεβείς πιστούς.
Και εσύ νομίζεις ,πως εγώ αδρανώ και δε κοιτώ
τα τερατουργήματα αυτοί που κάνουν στο λαό,
το πως φέρονται στον ενδεή, πως γδέρνουν το φτωχό,
πως πιέζουνε τους δυστυχείς, πως σπέρνουν το κακό;
Εγώ αγάπη έβαλα και ειρήνη στην καρδιά
του πρώτου ζεύγους που έκανα να ζουν ειρηνικά,
και τα παιδιά τους θέλησα ειρήνη να ζητούνε,
κι οι άνθρωποι απανταχού ειρηνικά να ζούνε.
Και έδωσα νόμους ηθικούς και λίγες εντολές,
με σεβασμό και ευλάβεια να υπακούν σ'αυτές.
Κι εμένα , που είμαι πιο ψηλά , και όλα τα κοιτώ
να με αγαπούν και να τιμούν με τρόπο πιο σωστό.
Κι έστειλα στο λαό κριτές, στους άρχοντες συμβούλους,
προφήτες που 'παν το σωστό σε βασιλείς και δούλους,
και ακούραστα πολλές φορές, με συμβουλές σοφές,
απαίτησα την υπακοή και πράξεις συνετές.
Και απανωτά απέστειλα κριτές και βασιλείς
να φέρουν στο λαό τροφή κι ένδυμα στους ενδεείς,
τη λευτεριά απ'το ζυγό του ξένου τυραννίσκου
και συντριβή στης δύναμης του καθενός απίστου.
Και ο λαός δεν ήθελε ποτέ να με ακούσει,
και στρέφονταν καθε στιγμή στα είδωλα με πίστη
και χλευαζαν τους δούλους μου και βλάσφημα μιλούσαν,
τις εντολές μου ακουγαν κια άλλους ακολουθούσαν.
Κι απόκαμα να ομιλώ, μα και να συμβουλεύω,
και ακόμα να παρακαλώ και διαρκώς να βλέπω
το σκληροτράχηλο λαό τα είδωλα να θέλει
ξένους θεούς να προσκυνά και εκείνους να λατρεύει
Και όταν είδε τελικά, πως ο λαός ζητούσε,
προφήτης νέος να σταλεί,κι επίμονα καλούσε
με κλάματα και προσευχές να στειλω κάποιον άλλον,
έστειλα για σωτήρα τους και δάσκαλο μεγάλο,
τον Ιησού, εκ Ναζαρέτ,που είναι ο δικός μου
μονογενής,αγαπητός και εκλεκτός Υιός μου.
Και ως μεγάλος ιατρός και ιερέας πρώτος,
αγάπη δίδαξε σ'αυτούς,κι αυτός είναι ο δρόμος
τη σωτηρία να δεχτούν κι αδελφικά να ζήσουν,
λαός Θεού να λογιστούν κι ελπίδα να αποκτήσουν.
Η θεία χάρη ν'απλωθεί, μελλοντικά να δούνε
τη βασιλεία του Θεού και τη ζωή να βρούνε.
Αλλ' ο αχάριστος λαός , με προτροπές των άλλων
των Φαρισαίων και λοιπών, του κλήρου και των πλάνων,
σταυρώσανε τον Ιησού στον τόπο του κρανίου
και έχυσαν ανηλεώς το αίμα του αρνίου.

1 σχόλιο:

Γιάννης Παππάς είπε...

ας μήν ελπίζουμε στο θεό για πράγματα που μοναδική ευθύνη έχουμε εμεις
ας κάνουμε το σωστό επιτέλους

"Στα χρόνια μας ο πόνος αγιάζει τον άνθρωπο.Ο ανθρώπινος πόνος καλλιεργεί την ανθρώπινη ψυχή"