«Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην· άνθρωπός τις εποίησε δείπνον μέγα και εκάλεσε πολλούς· και απέστειλε τον δούλον αυτού τη ώρα του δείπνου ειπείν τοις κεκλημένοις· έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμα εστί πάντα. Και ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες. Ο πρώτος είπεν αυτώ· αγρόν ηγόρασα και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. Και έτερος είπε· ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε, και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά· ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. Και έτερος είπε· γυναίκα έγημα, και δια τούτο ου δύνομαι έλθείν. Και παραγενόμενος ο δούλος εκείνος απήγγειλε τω κυρίω αυτού ταύτα.
Τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης είπε τω δούλω αυτού· έξελθε ταχέως εις τάς πλατείας και ρύμας της πόλεως, και τους πτωχούς και αναπήρους και χωλούς και τυφλούς εισάγαγε ώδε. Και είπεν ό δούλος· κύριε, γέγονεν ως επέταξας, και έτι τόπος εστί. Και είπεν ο κύριος προς τον δούλον· έξελθε εις τάς οδούς και φραγμούς και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκος μου. Λέγω γαρ υμίν ότι ουδείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου· πολλοί γαρ εισί κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί».
γιατί ο θεός για το αιώνιο δείπνο της βασιλείας του μαζεύει αποκλειστικά ανθρώπους του δρόμου ?
Αυτή είναι η ιστορία κάποιου που απέκτησε γυναίκα και δικό του ‘βόδι’
παραμένοντας ωστόσο ένας άνθρωπος του δρόμου
The chosen—ο εκλεκτός
Ήτανε τοτε,πριν-- πιτσιρίκια στα πεζοδρόμια με τον Στράτο που τρέχαμε για μικρομαστορεματα …
Και ήταν μετά-- και οι δυο νιόπαντροι τα χειμωνιάτικα πρωινά στις ζεστές πολυθρόνες του δικού μας συνεργείου που στρίβαμε και καπνίζαμε και καταστρώναμε τα σχέδια της καινούριας μέρας …
Όμως τώρα τι ήταν ? Προσπαθούσα να θυμηθώ τι ήταν τώρα…
τώρα ήταν πρωί η βράδυ? Τώρα ήτανε πριν η μετά?—
Τώρα προσπαθούσα να θυμηθώ τι είναι εδώ ..πως βρέθηκα τώρα σ’αυτό το περίεργο μέρος ανάμεσα σε δυο ψηλούς αμίλητους που συνέχεια με κοιτούσαν ... πρέπει να ήταν χάραμα.. ναι σίγουρα λίγο πιο πριν ήμουν στο πάρκο χάραμα… τώρα όμως ήμουν μέσα σε κάτι που έτρεχε σαν όχημα χωρίς ωστόσο να έχει ρόδες ..ήξερα ότι έξω ήταν ακόμη χάραμα.. όμως τώρα εδώ είχε φως σαν καλοκαίρι .!.τέτοιο φως που μόλις και ξεχώριζα αν αυτοί οι δυο διπλά μου ήτανε πλάσματα της γης η ήταν κάτι άλλο ..και οι δυο αμίλητοι συνέχεια… αμίλητοι κι οι δυο ,εκτός από κάποια στιγμή ..μια στιγμή μόνο άκουσα τον ένα να αποκαλεί τον άλλον Γαβριήλ -- και μετά πάλι κι οι δυο σωπάσανε ..μετά ήταν μόνο το τραγούδι τους που ακουγόταν σιγανά -- κάτι ακαταλαβίστικα αρχαία …
Μετά άρχισα να ξυπνώ και τότε κατάλαβα πως ήμουνα μέσα σε κλούβα! ότι την ώρα που ήμουν στο πάρκο ήρθε κλούβα, αστυνομία, και με μάζεψε ξανά όπως τότε παλιά για αλητεία.. τότε παλιά στα 16 που κοιμόμασταν με τον Στράτο στα παγκάκια –τότε στα πεζοδρόμια που ο κόσμος δεν ήξερε τα ονόματα μας—μαστοράκια —είχαν ονομάσει τότε το υπαίθριο συνεργείο μας.. τότε στα 16 με δυο τρία κατσαβίδια στην τσέπη που τοχαμε σκάσει από το σπίτι από τον πατέρα που μεθούσε πότε-πότε και χτυπούσε άσχημα..
Αυτό ήταν λοιπόν !οι δυο κύριοι αυτοί με είχαν μπερδέψει με τότε γι’αυτο και με μαζέψανε ..
Αλλά.. στο πάρκο… πως βρέθηκα χαράματα στο πάρκο?
θυμάμαι είχα κλείσει το συνεργείο
θυμάμαι πως γυρνούσα σπίτι στην γυναίκα μου κρατώντας στο χέρι το μεροκάματο ..μετά πρέπει να έκοψα δρόμο από το πάρκο γιατί νύχτωνε…ναι , και μετά είδα σ’εκείνα τα παγκάκια εκείνη την περίεργη γυναίκα με τα δυο παιδιά που όσες φορές την είχαμε πλησιάσει με τον Στράτο για βοήθεια, δεν είχε δεχτεί , ήταν σκληρή απόμακρη—φοβόταν κι έδειχνε συνέχεια τα δόντια της σ’εμας--άνθρωποι ανώνυμοι-αόρατοι κι αυτοί σαν κι εμάς κάποτε—
Μετά θυμάμαι πως σταμάτησα.. είχα ένα σχέδιο μετά, μια ιδέα της στιγμής… πλησίασα αθόρυβα μετά, στις μύτες,.. μόλις αυτή με είδε κοντά της άνοιξα τα χέρια μου πως τάχα παίρνω τα παιδιά της κι αυτή τότε τινάχτηκε σαν ζώο άγριο με χτύπησε μετά με πέτρα στο κεφάλι κι εγώ βάζοντας το στα πόδια σκόρπισα εκεί μπροστά της τα λεφτά πούxα σφιχτά στο χέρι μου.. κι έτσι αυτό το σχέδιο μου είχε πετυχει ..είχε πετυχει εκτός, από έναν μικρό τραυματισμό.. Πρέπει νατανε μόνο ένα μικρό τραύμα στο κεφάλι μου αφού τώρα δεν πονούσα καθόλου —το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι ότι τους κοιτούσα από μακριά που μάζευαν τα ριγμένα χρήματα—και μετά ,ένα κάψιμο, μια ζάλη στο κεφάλι μου, και όλα γύρω άρχισαν να στριφογυρίζουν τρελά! Όλα μετά έσβησαν μέσα σε κυκλικό χορό..
Όταν μετά τα μάτια μου ξανάνοιξα βρέθηκα ανάμεσα σ’αυτούς τους δυο αμίλητους ψηλούς που ο ένας λεγόταν Γαβριήλ-- τι όνομα για μπάτσο!—και τώρα, ήμουν σ’αυτό το αθόρυβο όχημα μ’αυτό το φως που ήταν σαν ναχε μπει μέσα ολόκληρος ο ήλιος.. σε λίγο αυτό σταμάτησε, άνοιξε η πόρτα του και βρέθηκα μπροστά σε ένα ξένο μέρος!
ένα τεράστιο τραπέζι! ένα τραπέζι τόσο τεράστιο που ξεκινούσε από την γη τρυπούσε τα σύννεφα μετά και χανόταν στο διάστημα! Ένα τραπέζι με χιλιάδες καθίσματα σ’ένα μέρος τόσο όμορφο που ανάλογη ομορφιά θυμάμαι πως είδα στην ζωή μου μόνο μια φορά ..μια φορά μόνο στα μάτια ενός ζωγραφισμένου Χριστού στον τοίχο του πατρικού τότε μικρός ..εκεί στον τοίχο του πατρικού την ώρα που ο πατέρας έδερνε ..την ώρα που μας χτυπούσε ο πατέρας αυτός ο Χριστός στην κορνίζα με κοιτούσε στον τοίχο αμίλητος με αυτά τα όμορφα μάτια-- στον τοίχο ακίνητος με καρφί..
όταν κατέβηκα από το όχημα κοίταξα γύρω αυτό το ξένο μέρος και τότε με έκπληξη αναγνώρισα κάποιους που τους ήξερα από τότε στους δρόμους και που όμως είχα ακούσει πως είχανε πεθάνει..!
Κι ήτανε κι άλλοι Γαβριήλ εκεί, πολλοί Γαβριήλ ήταν εκεί και μας έστρωσαν να καθίσουμε να φάμε.. και όταν όλοι καθίσαμε ,άρχισαν τότε όλοι μαζί οι Γαβριήλ να τραγουδούν ξανά εκείνο το αρχαίο τραγούδι με τα ακαταλαβίστικα ,που έλεγε για κάποιο δείπνο μιας βασιλείας και για κάποιους εκλεκτούς που θα ερχότανε στο δείπνο αυτό…….
και τότε όλοι εμείς καταλάβαμε………..
καταλάβαμε και σταματήσαμε ,και δεν τρώγαμε άλλο, μόνο γυρνούσαμε συνέχεια τα κεφάλια μας ψάχνοντας τριγύρω γι’αυτους τους εκλεκτούς που θα ερχόταν για να ξεκινήσει το δείπνο
ΕΝD
Το σημάδι ότι ήταν εκλεκτοί ήταν ακριβώς το ότι γυρνούσαν τα κεφάλια τους ψάχνοντας άλλους ..γιατί οι εκλεκτοί αυτού του δείπνου είναι άνθρωποι λειψοί[‘κουτσοί ,φτωχοί της παραβολής]δηλαδή άνθρωποι όχι κλειστοί αυτάρκεις,οι εκλεκτοί είναι άνθρωποι πεινασμένοι---- δηλαδή άνθρωποι που πεινούν βαθιά για νόημα γι’αυτό και βγαίνουνε έξω στους δρόμους δηλαδή έξω από την κλειστή ιδιωτική τους ευτυχία, έξω από τον εαυτό τους--η πείνα τους είναι οδηγός τους κι αναζητά το δείπνο ,το σώμα και το αίμα του Χριστού------------
Το βιογραφικό όσων δεν μπαίνουν στο δείπνο είναι ένας κατάλογος από τι έχουνε αποκτήσει ..γυναίκα ,κτήματα ,καριέρα, αρετές
Το βιογραφικό των εκλεκτών είναι πάλι ένας κατάλογος όμως όχι με τι έχουνε αποκτήσει αλλά με τα ονόματα αυτών που κουβαλά η καρδιά τους
Κι αυτά τα ονόματα ,οι άλλοι δηλαδή που βρίσκονται μέσα τους είναι αυτοί που τους δίνουν την άδεια εισόδου σ’αυτό το δείπνο που έχει για φαγητό σώμα και αίμα του Χριστού που δεν δεσμεύεται από όρια θανάτου επειδή είναι αναστημένο
by ιλΕκτρικως γυφτΩς on Κυριακή, 12 Δεκεμβρίου 2010 στις 12:36 π.μ.
Μου αρέσει!Δεν μου αρέσει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου